Δημογραφικό: Η εθνική πληγή που πρέπει να γιατρευτεί

Tο δημογραφικό ζήτημα στην Ελλάδα εξελίσσεται στο μεγαλύτερο εθνικό πρόβλημα, καθώς τα νούμερα είναι απογοητευτικά και οι προβλέψεις δυσοίωνες. Δεν είναι η πρώτη φορά άλλωστε που αναλυτές αλλά και όσοι ασχολούνται με τη χάραξη κοινωνικής πολιτικής στη χώρα μας, κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου προβλέποντας την Ελλάδα του μέλλοντος, ως μία «χώρα γερόντων».

Η τεράστια οικονομική κρίση που έπληξε την Ελλάδα την τελευταία δεκαετία, είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση της ανεργίας και την ενίσχυση της οικονομικής αβεβαιότητας, με συνέπεια αρκετά ζευγάρια να καθυστερούν την απόκτηση του πρώτου παιδιού και άλλα να αναβάλλουν ή ακόμη και να ματαιώνουν την απόκτηση δεύτερου ή τρίτου.

 

Σύμφωνα με επίσημη έρευνα της διαενοήσιςτο 2019, από το 2011 και μετά ο πληθυσμός της Ελλάδας διαρκώς μειώνεται. Δυστυχώς οι πολυμελείς οικογένειες είναι λιγότερες, ενώ οι μονομελείς και οι μονογονεϊκές οικογένειες αυξάνονται. Λιγότερα ζευγάρια συμβιώνουν και περισσότερες γυναίκες μπροστά στον κίνδυνο της οικονομικής δυσπραγίας αποφασίζουν να μην κάνουν καθόλου παιδιά, σε σχέση με το παρελθόν. Η μέση ηλικία των γυναικών όταν αποκτούν το πρώτο τους παιδί μεγαλώνει, μειώνονται οι γάμοι και αυξάνονται τα διαζύγια. Κάποιοι από τους αριθμούς που επικαλείται η έρευνα έχουν τεράστιο ενδιαφέρον, καθώς μέχρι το 2050 ο πληθυσμός της Ελλάδας θα είναι μικρότερος (8,8 εκατομμύρια σύμφωνα με το μεσαίο σενάριο) και γηραιότερος, με το 1/3 του πληθυσμού να είναι άνω των 65 ετών, από το 1/5 που είναι σήμερα.

Για τους παραπάνω λόγους αποτελεί αδήριτη ανάγκη της εποχής μας να επανασχεδιάσουμε συνολικά την κοινωνική πολιτική προστασίας της μητρότητας και καταπολέμησης της υπογεννητικότητας, να βάλουμε σε ασφαλείς ράγες το νέο και δικαιότερο ασφαλιστικό σύστημα, να δώσουμε επιπλέον κίνητρα στα νέα ζευγάρια να τεκνοποιήσουν αλλά και να προστατέψουμε τις ήδη πολυμελείς οικογένειες (πολυτέκνων και τριτέκνων).

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη απέδειξε από την πρώτη στιγμή τη σημασία που δίνει στην αντιμετώπιση αυτού του πολύ σοβαρού προβλήματος, που ασφαλώς δεν είναι μόνο ελληνικό αλλά δυστυχώς στη χώρα μας έχει λάβει εξαιρετικά ανησυχητικές διαστάσεις. Για πρώτη φορά θεσπίσαμε το επίδομα γέννησης, το πρώτο θεμελιώδες μέτρο στη διαμόρφωση μίας σύγχρονης δημογραφικής πολιτικής, καθώς όλα τα παιδιά που γεννήθηκαν στη χώρα μας από την 1η Ιανουαρίου του 2020 έλαβαν 2.000 ευρώ, με μία απλοποιημένη διαδικασία χορήγησης. Επιπλέον με τα 1.000 ευρώ αφορολόγητο για κάθε παιδί, τη μείωση ΦΠΑ σε βρεφικά είδη και παιδικά καθίσματα αυτοκινήτου αλλά και την ενίσχυση των βρεφονηπιακών σταθμών, προκειμένου να μην μείνει κανένα παιδί εκτός, ενισχύσαμε τις νέες οικογένειες εξασφαλίζοντας ένας μέρος από τα σημαντικά και κοστοβόρα αρχικά έξοδα της ανατροφής του παιδιού. Παράλληλα οι πολιτικές αντιμετώπισης της ανεργίας αλλά και οι γενναίες μειώσεις σε ασφαλιστικές εισφορές και φορολογικά βάρη, συμβάλλουν στο να μπορέσουν ειδικά τα νέα ζευγάρια να «αναπνεύσουν» και να δουν το μέλλον τους με μεγαλύτερη αισιοδοξία. Αρκούν τα παραπάνω; Σίγουρα όχι! Υπάρχει περιθώριο για επιπλέον μέτρα οικονομικής στήριξης, όπως κάλυψης θέσεων στο δημόσιο τομέα από πολύτεκνους γονείς, σε μεγαλύτερο ποσοστό. 

Για τη Ν.Δ βασικός στόχος ήταν και είναι η αντιστροφή του οικονομικού κλίματος στην Ελλάδα, η ευημερία των πολιτών μέσα από καλές και νέες δουλειές αλλά και η εμπέδωση ενός αισθήματος ασφάλειας για τις νεότερες γενιές. Μόνο έτσι θα δημιουργηθεί κλίμα που θα ανατρέψει την αρνητική δημογραφική τάση. Η Ελλάδα με ευθύνη άνευρων και φοβικών πολιτικών των τελευταίων ετών αιμορραγεί. Ευελπιστώ ότι οι σύγχρονες πολιτικές σεβασμού της ελληνικής οικογένειας, που εφαρμόζουμε εδώ και δύο χρόνια καθώς και άλλα συμπληρωματικά μέτρα, θα αποδώσουν και η ελάχιστη απαιτούμενη ισορροπία μεταξύ των γενεών θα αρχίσει να αποκαθίσταται. Άλλωστε, η στήριξη της πολύτεκνης οικογένειας αποτελεί συνταγματική υποχρέωση της Πολιτείας!

*Ο Δημήτρης Κούβελας είναι Βουλευτής Α΄ Θεσσαλονίκης με τη Νέα Δημοκρατία – Δικηγόρος


Εκτύπωση   Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο